Digesta 2000

ΕΤΑΙΡΕΙΑΙ

Η ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΡΗΤΗ

Μαρία Σ. Γιούνη

Λέκτωρ της Νομικής ΔΠΘ

Για να κατεβάσετε το αρχείο σε μορφή pdf πατήστε εδώ

Η Δρήρος, στην ανατολική Κρήτη, είναι γνωστή ως τόπος προέλευσης του αρ­χαιότερου νόμου που σώζεται σε επιγραφή από τον ελλαδικό χώρο. Εκτός όμως από το νόμο αυτόν, ο οποίος απαγορεύει την επανάληψη της θητείας του ίδιου πο­λίτη ως κόσμου πριν από την πάροδο δέκα ετών από την τελευταία φορά που κα­τείχε το αξίωμα αυτό[1], από τη Δρήρο προέρχονται και ορισμένα άλλα, λιγότερο διάσημα, επιγραφικά νομικά κείμενα. Ένα από αυτά, γραμμένο βουστροφηδόν σε δύο στίχους, που χρονολογείται επίσης στον 7ο αιώνα π.Χ. έχει ως εξής:

Έ(τ)αιρηιάν: εΓαδε. δξ’ άγέλασι το ύπε/ρβοίο μήνος εν ίκάδι όρον ήμεν[2].

Στο κείμενο αυτό, οι εταιρίαι συσχετίζονται με τις αγέλας, για τις οποίες τίθε­ται ένα χρονικό όριο, η 20ή ημέρα του μηνός Υπερβοίου. Όσον αφορά στην πρώ­τη λέξη της επιγραφής, τη γενική έταιρηιαν, έχουν προταθεί δύο τρόποι ερμηνεί­ας: είτε, όπως είναι το πιθανότερο, σημαίνει «για τις εταιρίες», δηλαδή αυτές απο­τελούν το αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης στην οποία προβαίνει το νομοθε­τικό σώμα, ή, σύμφωνα με τη δεύτερη ερμηνεία, οι εταιρίες είναι εκείνες που έλα­βαν την απόφαση, ο νόμος δηλαδή αυτός προέρχεται από τη νομοθετική δραστη­ριότητα των εταιριών. Η δεύτερη αυτή ερμηνεία προϋποθέτει ότι οι εταιρίες έχουν δικαιοδοσία νομοθετική, η οποία αναμφίβολα θα προέρχεται από ένα όργανο που θα συγκέντρωνε όλες τις εταιρίες, ένα είδος καθολικής συνέλευσης όπου οι πολί­τες συγκαλούνταν κατά εταιρίες. Με άλλα λόγια θα πρόκειται για μια λαϊκή συνέ­λευση που συγκαλείται με τρόπο ανάλογο με αυτόν της ρωμαϊκής φρατρικής εκ­κλησίας (comitia curiata).

Η ύπαρξη του θεσμού των εταιρειών στην Κρήτη έγινε αρχικά γνωστή από τη μεγάλη δωδεκάδελτη επιγραφή της Γόρτυνας, που τοποθετείται, ως γνωστόν, περί το 480-460 π.Χ. Το σημαντικό στοιχείο που προσθέτει στις γνώσεις μας η επιγρα

 

φή της Δρήρου είναι ότι οι συσσωματώσεις αυτές ανάγονται στους αρχαϊκούς χρό­νους, αφού μαρτυρούνται τουλάχιστον από τα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα. Μία ακό­μη μαρτυρία για την ύπαρξη του θεσμού αυτού κατά την αρχαϊκή εποχή προέρχε­ται και πάλι από την πόλη της Δρήρου: πρόκειται για μια επιγραφή των ελληνιστι­κών χρόνων που διασώζει τον όρκο που έδιναν οι έφηβοι κατά το τελικό στάδιο της μύησής τους, το οποίο κατέληγε στην εισδοχή τους στο σώμα των πολιτών. Έχει αποδειχθεί ότι το τελευταίο τμήμα της επιγραφής, που αναφέρεται στις εται­ρείας είναι αντίγραφο από αρχαϊκό κείμενο, κατά πάσα πιθανότητα του 6ου αιώ­να[3]. Μία ακόμη επιγραφική μαρτυρία προέρχεται από τα Μάλλια, στην οποία αναφέρεται ότι οι εταιρηες τα μέλη δηλαδή των εταιριών, συμμετέχουν σε μια γιορτή που όπως φαίνεται εορταζόταν τακτικά[4].

Οι γνώσεις μας σχετικά με το θεσμό των εταιριών στην Κρήτη εμπλουτίζονται από το συνδυασμό των επιγραφικών με τις γραμματειακές, κυρίως λεξικογραφικές, μαρτυρίες. Πρόκειται κυρίως για μια πληροφορία του Δωσιάδα, αναφερόμενη από τον Αθήναιο, που μας πληροφορεί ότι στη Λύκτο, μιαν άλλη κρητική πόλη γνωστή από την αρχαϊκή εποχή, όλοι οι πολίτες ήταν μοιρασμένοι σε εταιρίες, οι οποίες ονομάζονταν ανδρεία[5] και αφετέρου για ένα σχόλιο του Ησύχιου στο επί­θετο Εταιρείος, που αναφέρει ότι έτσι αποκαλούνταν ο Ζευς στην Κρήτη.

Δρήρος, Γόρτυνα, Μάλλια, Λύκτος: γίνεται έτσι βέβαιο ότι οι εταιρείαι ή άνδρείον ήταν θεσμός διαδεδομένος σε όλες τις κρητικές πόλεις από τον 7ο π.Χ. αιώνα που διατηρείται μέχρι την ελληνιστική εποχή. Οι κοινωνικοπολιτικές αυτές ομάδες περιλαμβάνουν αποκλειστικά πολίτες, αφού αποτελούν υποδιαίρεση του σώματος των πολιτών, και λατρεύουν όπως φαίνεται σε όλες τις πόλεις τον ίδιο θεό, τον Δία εταιρείο.

Παρά το γεγονός ότι οι εταιρείαι διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή της Κρήτης επί πολλούς αιώνες, λίγα πράγματα μας είναι γνωστά σχετικά με τη λειτουργία και τις αρμοδιότητές τους. Στη μεγάλη επιγραφή της Γόρτυνας η εταιρεία εμφανίζεται με ενεργό συμμετοχή στο τυπικό της υιοθεσίας. Για την εγκυρότητα της υιοθεσίας, ο τύπος που ορίζει ο νόμος περιλαμβάνει δύο στάδια: «Η πράξη της υιοθεσίας να τελείται στην αγορά, ενώπιον των συναθροισμένων πολιτών, από το βήμα από το οποίο γίνονται οι προκηρύξεις. Ο υιοθετών να προ­σφέρει στην εταιρεία του σφάγιο και πρόχου γεμάτο με κρασί»[6]. Στο πρώτο στά­διο, ο πατέρας παρουσιάζει το θετό γιο στη λαϊκή συνέλευση και σε πλήρη δημο­σιότητα διακηρύσσει τη βούλησή του να προβεί στην υιοθεσία. Με τον τρόπο αυτό ενημερώνονται και δίνουν σιωπηρά τη συναίνεσή τους όλες οι εταιρείες, από τις οποίες προέρχονται υποχρεωτικά οι πολίτες. Στη συνέχεια ο θετός πατέρας είναι υποχρεωμένος να παραθέσει γεύμα στα μέλη της εταιρίας του. Με την αποδοχή του σφαγίου και του πρόχου η εταιρία αποτυπώνει την αποδοχή του νέου μέλους στους κόλπους της. Με τον τρόπο αυτόν ο θετός γιος εντάσσεται στην εταιρία του υιοθετήσαντος, όπως εντάσσεται στην εταιρία του πατέρα ο γνήσιος γιος αμέσως μόλις τον παρουσιάσει ο πατέρας κάνοντας τη σχετική δήλωση.

Στα αρχαϊκά δίκαια αποτελεί κοινό τόπο η τέλεση της υιοθεσίας ενώπιον της λαϊκής συνέλευσης. Την ανάγκη δημοσιότητας και καθολικής αποδοχής δικαιολο­γεί το γεγονός ότι η υιοθεσία έχει ως αποτέλεσμα μια μεταβίβαση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων - κατά βάσιν περιουσιακών - που ξεφεύγει από τα ιδιωτικά όρια και αφορά ολόκληρη την πόλιν. Η ενώπιον του συναθροισμένου σώματος των πολιτών τέλεση της υιοθεσίας σηματοδοτεί μια εποχή κατά την οποία η «πολι­τική γη», η έγγειος ιδιοκτησία των πολιτών από όποιο καθεστώς κι αν διέπεται, τε­λεί υπό τον άμεσο έλεγχο της πόλεως.

Στο αττικό δίκαιο της κλασικής εποχής η υιοθεσία έχει απαλλαγεί από τον τύπο αυτόν και τελείται ιδιωτικά, χωρίς δημοσιότητα. Ως προς το δεύτερο στάδιο όμως, της παρουσίασης του θετού τέκνου και της ένταξής του στις πολιτικές υποδιαιρέ­σεις στις οποίες ανήκε ο πατέρας, ανάλογη διαδικασία προβλέπεται και από το αττικό δίκαιο, που όριζε ότι τόσο τα θετά όσο και τα γνήσια τέκνα έπρεπε να πα­ρουσιαστούν και να γίνουν δεκτά με μια αντίστοιχη τελετή από τη φρατρία του πα­τέρα. Όπως λοιπόν η αθηναϊκή φρατρία ήταν η μόνη που μπορούσε να πιστοποιή­σει ότι κάποιος ήταν ή όχι μέλος της, έτσι και η κρητική εταιρεία λειτουργούσε ως θεματοφύλακας του ληξιαρχείου των μελών της[7]. Ως μάρτυρες της παρουσίασης των γιων των συμπολιτών τους, οι εταίροι είναι εγγυητές της νομιμότητας της έντα­ξής τους.

Δεν μπορεί ωστόσο να παραλληλιστεί η κρητική εταιρεία με την αθηναϊκή φρατρία, τουλάχιστον με τη μορφή που έχει η τελευταία κατά την κλασική εποχή. Τα μέλη της εταιρείας, η οποία άλλωστε αποτελούσε τη βάση κάθε πολιτικής ορ­γάνωσης στις κρητικές πόλεις, συνδέονται με δεσμό ουσιαστικό και πολύ στενότε­ρο από τον δεσμό που συνδέει τους φράτερες. Αυτή η συνύπαρξη των εταίρων εκ­δηλώνεται και με τα δημόσια συσσίτια, που αποτελούν σταθερό τόπο συγκέντρω­σης των εταίρων. Η καθημερινή αυτή σχέση ενισχύεται από το γεγονός ότι οι πολί­τες, μέλη των εταιριών, είναι συγκεντρωμένοι στην πόλη. Πράγματι στον εφηβικό όρκο της Δρήρου aι έταιρείαι,...αι έμ πόλει αντιπαρατίθενται με την περίπτωση κάποιοι Δρήριοι να βρίσκονται έξω, στα σύνορα: καί aι πει τινεν ούρευωντι, Δρήριοι. Όσοι Δρήριοι τυχαίνει να βρίσκονται έξω από την πόλη είναι οι φύλακες των οχυρών (ούρεύωντες) και λαμβάνουν κανονικά το μερίδιό τους σε κάθε διανομή. Μπορεί λοιπόν κάποιοι εταίροι να βρίσκονται προσωρινά εκτός πόλεως, όπου φυ­λάσσουν τα οχυρά, όμως το κέντρο των εταιρειών είναι η πόλη, καθώς η καλλιέρ­γεια των αγρών ανήκει στους οικείς.

Σχετικά με τα έσοδα των κοινών συσσιτίων των εταιριών στο ανδρείον, δεν εί­ναι απολύτως ακριβής η πληροφορία του Εφόρου ότι οι πολίτες τρέφονταν με δη­μόσια δαπάνη, αφού η δαπάνη αυτή προέρχεται εν μέρει από δημόσιες προσό­δους και εν μέρει από ιδιωτικές υποχρεωτικές συνεισφορές εκ μέρους των πολι­τών, κατά βάση τακτικές, αλλά και έκτακτες. Για τη Λύκτο[8] αναφέρεται ότι την εποχή που γινόταν η περισυλλογή των καρπών, «ο κάθε ένας συνεισφέρει στην εταιρία του το ένα δέκατο της παραγωγής του[9]». Αυτές οι εισφορές σε είδος απο­τελούσαν αντικείμενο λεπτομερών νομοθετικών ρυθμίσεων, όπως φαίνεται σε ένα επιγραφικό κείμενο από τη Γόρτυνα των αρχών του 5ου αιώνα[10]. Το ακρωτηρια­σμένο αυτό κείμενο διασώζει το τελευταίο τμήμα από την απαρίθμηση διάφορων αγροτικών προϊόντων, το κάθε ένα από τα οποία ακολουθείται από έναν αριθμό που αντιπροσωπεύει την ετήσια συνεισφορά κάθε πολίτη στα συσσίτια της πόλε­ως. Ότι πρόκειται για τη συνεισφορά των πολιτών στα συσσίτια γίνεται γενικώς αποδεκτό, είτε ο αριθμός αυτός αναφέρεται σε μέτρα (βάρους ή όγκου των προϊό­ντων) είτε σε μέρη επί του συνόλου της σοδειάς του κάθε προϊόντος (λ.χ. δύο δέ

 

κατα, τρία δέκατα). Στο κείμενο αυτό εξάλλου γίνεται μνεία και των καρποδαιστών. Πρόκειται για άρχοντες της πόλης που ελέγχουν το σύνολο του συστήματος των συσσιτίων, επιβλέπουν τη συγκομιδή των καρπών και μεριμνούν ώστε να απο­δοθεί από τον καθένα η πραγματική ποσότητα την οποία υποχρεώνεται να εισφέ­ρει στα κοινά γεύματα χωρίς να αποκρύψει κάτι, και ίσως παραλαμβάνουν αυτούς τους καρπούς[11].

Παράλληλα υπάρχουν και έκτακτα έσοδα που αυξάνουν το εισόδημα των εται­ρειών. Ο εφηβικός όρκος της Δρήρου που προαναφέρθηκε ορίζει ότι το ποσόν συ­γκεκριμένων προστίμων που επιβάλλονται στους κόσμους και στη βουλή αποδίδε­ται στις εταιρίες. Επίσης έκτακτη συνεισφορά στα συσσίτια αποτελούν οι προσφο­ρές κάθε πατέρα κατά την τελετή με την οποία παρουσιάζει το φυσικό ή θετό γιο του στην εταιρεία.

Η συνεισφορά στα συσσίτια δεν είναι υποχρέωση μόνο των πολιτών, μελών των εταιριών. Ο Αριστοτέλης[12] αναφέρει ότι ένα μέρος από τους φόρους που απέ­διδαν οι περίοικοι, δηλαδή οι οικείς, προοριζόταν εκ του νόμου για τα συσσίτια, ενώ για τη Αύκτο γνωρίζουμε ότι ο κάθε δούλος πλήρωνε έναν αιγινητικό στατήρα κατά κεφαλή. Σε μια σύμβαση του 550 περίπου από τις Αρκάδες, την οποία καταρ­τίζει η πόλις με έναν πολίτη άλλης πόλεως ονόματι Σπενσίθιο, τίθενται οι όροι με τους οποίους ο Σπενσίθιος θα παράσχει στην πόλη τις υπηρεσίες του ως γραμμα­τέας, και μεταξύ των προνομίων που παραχωρούνται σ’ αυτόν και στους απογό­νους του είναι το δικαίωμα της διατροφής στα κοινά γεύματα στο άνδρείον, για τα οποία όμως υποχρεώνεται να παρέχει κρέας αξίας 10 διπλών πελέκεων όταν οι άλλοι προσφέρουν τους πρώτους καρπούς[13].

Η σπουδαιότητα της εταιρίας για τους Κρήτες μαρτυρείται και από τον όρο με τον οποίο προσδιορίζονται όλοι εκείνοι που αποκλείονται από την πόλιν. Απέταιροι ονομάζονται όσοι δεν έχουν πρόσβαση στα πολιτικά δικαιώματα: καθώς δεν έχουν τις προϋποθέσεις για να συμμετάσχουν στις εταιρίες, στερούνται και τη δυ­νατότητα συμμετοχής στα κοινά. Μαθαίνουμε επίσης από μια επιγραφή της Γόρτυνας των αρχών του 5ου αι.[14] για την ύπαρξη ενός ειδικού δικαστή των εταιριών. Σε ένα κείμενο που περιέχει διάφορες δικονομικές ρυθμίσεις, αναφέρεται ο ταν εταιρίαν δικαστής. Αυτός ειδικά ο δικαστής των εταιριών, μαζί με έναν άλλο, ός τον ένεκύρον δικάδη, επιτάσσονται να εκδικάζουν τις υποθέσεις που προσάγονται ενώπιον τους αυθημερόν ή μέχρι την επόμενη ημέρα. Εάν δεν εκδώσουν την από­φαση μέχρι την επομένη, τιμωρούνται. Η ακριβής έκταση των αρμοδιοτήτων του δικαστή των εταιριών μας είναι άγνωστη: δεν γνωρίζουμε αν επέλυε τις διαφορές μεταξύ των μελών στο εσωτερικό μιας εταιρίας ή αν ήταν αρμόδιος για τις διαφο­ρές που προέκυπταν μεταξύ των εταιριών. Το πιθανότερο είναι ότι τα καθήκοντά του περιλάμβαναν συνδυασμό των δύο περιπτώσεων.

Η διαβίωση στο εσωτερικό των εταιριών ρυθμιζόταν από ειδικό νομοθετικό πλαίσιο. Ώς ένα παράδειγμα τέτοιας νομοθετικής ρύθμισης μπορεί να αναφερθεί ένας νόμος που σώζεται εν μέρει, από μιαν άλλη κρητική πόλη, την Ελτυνία.

Ο νόμος αυτός, που χρονολογείται στο 500 περίπου π.Χ.[15], προβλέπει διάφο­ρες περιπτώσεις σωματικής βλάβης και ορίζει τις αντίστοιχες ποινές. Έτσι, μετά από ορισμένες ρυθμίσεις που αφορούν στην πρόκληση σωματικής βλάβης με τα χέρια, δηλαδή χωρίς τη χρήση όπλου, στην απρόκλητη επίθεση, όταν κάποιος επι­τίθεται «άρχων χειρών αδίκων», κατά την έκφραση του αντίστοιχου αθηναϊκού νόμου και στην νόμιμη άμυνα, η οποία θεμελιώνει το ατιμώρητο, στη συνέχεια ο νόμος εξειδικεύει ανάλογα με την ηλικία τόσο εκείνου που προξενεί όσο κι εκεί­νου που υφίσταται την άδικη πράξη. Διακρίνονται δύο περιπτώσεις, η πρώτη όταν ο δράστης της σωματικής βλάβης είναι ενήλικος (άνήρ) και το θύμα του τραυματι­σμού παιδί (πηίσκος) και η δεύτερη όταν ο δράστης της ύβρεως είναι έφηβος (αγέλαος) και το θύμα παιδί (πηίσκος).

Οι ποινές που επιβάλλονται στο δράστη σε κάθε μια από τις δύο αυτές περι­πτώσεις δεν σώζονται, σώζονται όμως κάποια άλλα στοιχεία. Στην πρώτη περί­πτωση, της σωματικής βλάβης που προκαλεί ενήλικος σε παιδί, και ορίζεται με το ρήμα παίτμ, αναφέρονται ορισμένοι χώροι στους οποίους ο νόμος απαγορεύει να γίνει κάτι, το οποίο αγνοούμε. Οι χώροι αυτοί είναι το ανδρείον (τροφείο των ανδρών), η αγέλη, το τροφείον των νέων, ο κορός και ίσως κάποιοι άλλοι χώροι που λείπουν από την επιγραφή μας.

Στη δεύτερη περίπτωση, αυτήν της ύβρεως παιδιού από νέο, ο νόμος παραπέ­μπει στην εφαρμογή των γραπτών νόμων που ήδη υπήρχαν, και αρμόδιοι να δικά­σουν είναι οι κόσμοι. Πρόκειται εδώ για διαφορετικό αδίκημα, το οποίο περιγράφεται με τον όρο ονηδήι και πιθανόν να περιλαμβάνει περιπτώσεις εξυβρίσεως με έργα ή λόγια, αντίστοιχα με το αδίκημα της ύβρεως στο αττικό δίκαιο.

Συναντούμε λοιπόν και στην Ελτυνία τις τρεις ηλικιακές ομάδες των ανδρών, οι οποίες στη Γόρτυνα είναι γνωστές με τους όρους άνωροι, άπόδρομοι, καί δρομείς, δηλαδή ανώριμοι, ώριμοι (ηβήσαντες) και ενήλικες. Σχετικά με τις ομάδες ηλι­κιών στη Γόρτυνα, ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος αναφέρει τις εξής διακρίσεις:

α. Άνωρος ή άνηβος ονομάζεται το αγόρι μέχρι να συμπληρώσει τα 14 και το κορίτσι μέχρι τα 12, οπότε και φθάνει σε ηλικία γάμου.

β. Άπόδρομος είναι ο νέος από τα 15 μέχρι να συμπληρώσει τα 18. Απόδρομοι ονομάζονται οι έφηβοι επειδή δεν μετέχουν στους δρόμους, δηλαδή στα δημόσια γυμνάσια. Η περίοδος αυτή διακρίνεται σε δύο μέρη, που το πρώτο εκτείνεται από τα 15 ως και τα 16 χρόνια, διάστημα κατά το οποίο ο νέος δεν συμμετέχει ακόμη στις αγέλες, και το δεύτερο αρχίζει από τα 17, οπότε ο έφηβος εισέρχεται στην αγέλα και τελειώνει στα 18, με την ένταξη του εφήβου στο σώμα των πολιτών. Πριν ακόμη συμμετάσχει στην αγέλα πάντως ο νεαρός Κρητικός παίρνει μια πρώ­τη γεύση της συμβίωσης των πολιτών: στο πλαίσιο της μαθητείας του, εμφανίζεται στους τόπους συνάντησης των ανδρών, στα ανδρεία, όπου υπηρετεί τους άνδρες στα συσσίτια. Μόλις κλείσει τα 16 γίνεται δεκτός στην αγέλα, για μια περίοδο δύο χρόνων μέχρι να γίνει δρομεύς.

γ. Δρομεύς ονομάζεται ο ώριμος άνδρας μετά τα 18. Η ενηλικίωση άρχιζε στη Γόρτυνα, όπως στην Αθήνα και τη Σπάρτη, στο τέλος του 18 έτους. Δρομεύς είναι εκείνος που συμμετέχει στο δρόμον, δηλαδή στους αγώνες δρόμου στο δημόσιο γυ­μνάσιο, οι οποίοι προσιδιάζουν στους ενηλίκους. Ο αγώνας δρόμου είναι κατ’ εξο­χήν ανδρικός και στην Λάτω η έξοδος από την αγέλα που οδηγεί στην ενηλικίωση ονομάζεται εγδραμείν από το ρήμα εκδράμω, που σημαίνει φεύγω τρέχοντας.

Στην Ελτυνία οι τρεις αυτές ομάδες ηλικιών αποδίδονται με τους όρους πηίσκος, άγέλαος και ανήρ.

Οι όροι άνηβος και άνήρ, δηλαδή ανήλικος και ενήλικος, συναντιόνται και σε μιαν άλλη επιγραφή από τη Γόρτυνα, του 6ου αι.[16], στην οποία η αναφορά της λέξης αμύοτον (δηλ. αμύητον), που είναι η μοναδική στην Κρήτη, μαζί με τη μνεία σκό­νης ή άμμου, παραπέμπει πιθανότατα στα τελετουργικά της μύησης των νέων[17].

Το δεύτερο στοιχείο που αναφέρεται στην επιγραφή με την οποία ξεκινήσαμε είναι η σύνδεση των εταιριών με τις αγέλες των νέων. Η αντιπαράθεση της άγέλας, ή κοπαδιού, όπου ζούσαν οι έφηβοι, με το ανδρείον, όπου ζουν οι ολοκληρωμένοι

"F*

άνδρες είναι γνωστή ήδη από τον Έφορο. Όταν βγαίνει ο νεαρός κρητικός από την αγέλα για να γίνει δεκτός στην εταιρία εγκαινιάζει την εισδοχή του στις τάξεις των ενηλίκων, των πολιτών. Νωρίτερα, η εισδοχή του στην αγέλα σηματοδοτεί το τέλος της παιδικής του ηλικίας, μιας ηλικίας της αγριότητας όπως έχει επισημανθεί ήδη από τον Πλάτωνα[18] και την προετοιμασία του, την «εξημέρωσή» του κατά κάποιο τρόπο προκειμένου να περάσει στην ηλικία της πολιτικής ζωής. Η περίο­δος των δοκιμασιών και των μυητικών διαδικασιών που παρεμβάλλεται ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την ενηλικίωση είναι η εφηβεία.

Εύστοχα η αγέλα έχει αποδοθεί ως «κοπάδι ζώων που κάποιος οδηγεί[19]». Ας μην ξεχνάμε και τους όρους βούα και βουαγός στη Σπάρτη. Σε αντιπαράθεση με τις συντροφιές των ώριμων ανδρών που είναι οι εταιρίες, οι αγέλες των νέων που βρίσκονται στο περιθώριο της πόλης, αφού ακόμη δεν συγκαταλέγονται στους πο- λίτες/οπλίτες, διαβιώνουν κατά μεγάλο μέρος και από γεωγραφική άποψη στο πε­ριθώριο της πόλης, στα σύνορα, στα ουρία ή όρια όπου βρίσκονται τα οχυρά.

Με την ολοκλήρωση της δοκιμασίας και της μύησής του στην αγέλα ο νέος κρη­τικός κάνει την είσοδό του στη δημόσια ζωή, γίνεται πολίτης εντασσόμενος στην εταιρία. Αυτός ο οριστικός αποχωρισμός του από τη νεότητα και η προσχώρησή του στην ωριμότητα, στους οπλίτες, σ’ αυτούς που κυβερνούν την πόλιν, γίνεται με μιαν επίσημη τελετή, κατά την οποία δίνει όρκο ενώπιον των κόσμων. Η επιγραφή της Δρήρου περιέχει ένα τέτοιο όρκο που δόθηκε από τους 180 νέους που έβγαιναν εκείνη τη χρονιά από την αγέλα. Είναι πιθανό ότι το τυπικό του εφηβικού όρκου στην Κρήτη δεν ήταν αμετάβλητο όπως ο εφηβικός όρκος στην Αθήνα, αλλά μπο­ρούσε να ποικίλει ανάλογα με τις συμμαχίες και τις έχθρες της πόλης, αντλούσε δη­λαδή από την επικαιρότητα κατονομάζοντας εχθρούς ή καινούργιους συμμάχους. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο συνάδει με το γεγονός ότι ο εφηβικός όρκος και γενικότε­ρα όλος ο θεσμός της εφηβείας, ενταγμένος στον τρόπο ζωής των κρητικών ολιγαρ­χικών κοινωνιών, δεν είναι απλώς επιβίωση αλλά ζωντανή καθημερινή πραγματι­κότητα, άρα και το τυπικό είναι σε επικοινωνία με τα γεγονότα της επικαιρότητας. Συνδέεται έτσι με τον καλύτερο τρόπο η ένταξη του νέου πολίτη με τους αρχαίους νόμους και παραδόσεις.

Οι έφηβοι, τα μέλη της αγέλας ορκίζονταν χωρίς όπλα. Αυτή είναι η σημασία της λέξης άζωστοι. Σε όλη τη διάρκεια της μύησής τους εξάλλου είναι γυμνοί, δη­λαδή, όπως σχολιάζει ο Πλάτων, άοπλοι, ή, όπως εξηγεί ο Πλούταρχος, φέρουν ένα μικρό εγχειρίδιο, για να γίνουν πάνοπλοι οπλίτες με την ένταξή τους στην κοι­νωνία των πολιτών.

Στους τελευταίους στίχους του εφηβικού όρκου της Δρήρου[20] ορίζεται (137- 143): Αυτά τα υπομνήματα της αρχαίας χώρας της Δρήρου, οι νέοι που κάθε χρόνο γίνονται άζωστοι, πρέπει να τα τηρούν και να ορκίζονται σ’ αυτά.

Αυτά τα υπομνήματα, δηλαδή το απόσπασμα από το δημόσιο αρχείο, περιέ­χουν ένα είδος «χρονικού της γης της Δρήρου»[21]. Μπορούμε να αναπαραστήσου­με την εικόνα: οι νέοι που ορκίζονται είναι άζωστοι,, άοπλοι έφηβοι που συμμετέ­χουν σε γιορτές μύησης ανάλογες με τα Εκδύσια της Φαιστού ή τα Γυμνοπαίδια της Σπάρτης. Το τελετουργικό έχει τρία μέρη: Πρώτα γίνεται η μάχη στα σύνορα, την ημέρα της νέας σελήνης, εναντίον των γειτονικών Μιλατίων. Η παραδοσιακή εχθρότητα των Δρηρίων με τους ανατολικούς γείτονές τους Μιλατίους μαρτυρείται και σε άλλη αρχαϊκή επιγραφή[22]. Επακολουθεί αγώνας δρόμου μεταξύ των με­λών της άγέλας, μετά τον οποίο γίνονται δεκτοί στην τάξη των ενηλίκων πολιτών, των δρομέων. Τέλος ο κάθε νέος φυτεύει μιαν ελιά, το μεγάλωμα της οποίας πρέ­πει να φροντίσει. Η πράξη αυτή, εκτός από τα οικονομικά κίνητρα που είναι η ικα­νοποίηση των αναγκών των γυμνασίων σε λάδι[23], έχει και συμβολικό χαρακτήρα, καθώς συμβολίζει την ενσωμάτωση του κάθε νέου στον καλλιεργημένο χώρο της πόλης. Δίνοντας τον όρκο που θα τον κάνει οπλίτη, ο νέος επικαλείται τα ορόσημα της μεθορίου που διαχωρίζουν την πόλη από τους γείτονες καθώς και κάποιους καρπούς, σιτάρι, κριθάρι, αμπέλια, ελιές, που όντας τα βασικά στοιχεία διατρο­φής συμβολίζουν ταυτόχρονα την καλλιεργημένη και υποταγμένη γη.

Η τελετουργική αυτή μύηση των νέων και η κατάληξή της, η επίσημη ένταξή τους στην κοινωνία των ανδρών γινόταν, όπως μας πληροφορεί η επιγραφή μας, την 20ή ημέρα του Υπερβοίου, μια ημερομηνία που βρίσκεται κοντά στην φθινο­πωρινή ισημερία.

Οι εταιρείες στις κρητικές πόλεις αποτελούν ζωντανά μέλη της πολιτικής ζωής, όχι μόνο τον 7ο αλλά ακόμη και κατά τον 5ο αι.[24], σε αντίθεση λ.χ. με την Αθήνα, όπου η παλαιότερη εφηβεία έχει ενσωματωθεί στο πλαίσιο της φρατρίας, θεσμού αρχαϊκού που ενεργοποιείται ξανά τον 5ο αι. αλλά μετά τον Κλεισθένη αποδυνα­μώνεται προς όφελος του δήμου. Στις κρητικές πόλεις οι τελετουργίες της ένταξης στην πολιτική κοινωνία είναι το ίδιο ουσιαστικές στον 7ο αι. όσο και στην ελληνι­στική εποχή.

 

 

 

[1] Η. van Effenterre - F. Ruze, Nomima. Recueil d’inscriptions politiques et juridiques de I’archaisme grec, I, Rome 1994, αρ. 81. «Για τις εταιρίες (ή: από τις εταιρίες) αποφασίστηκε το εξής: όσον αφορά στις αγέλες, ο μήνας Υπέρβοιος, την εικοστή ημέρα, να είναι το όριο».

[2] Nomima αρ. 68.

[3]  IC I, ΙΧ.137-164 = Nomima αρ. 48. Αρχικά ολόκληρη η επιγραφή θεωρήθηκε ως αντίγραφο αρχαιότερου κειμένου, όπως όμως απέδειξε ο Η. van Effenterre, La Crete et le monde grec, Paris 1948, 168-9, το κείμενο είναι σύγχρονο της ελληνιστικής στέρνας που χρονολογείται με τους ίδιους άρχοντες (κόσμους), και μόνον οι τελευταίοι στίχοι αποτε­λούν απόσπασμα αρχαϊκού κειμένου.

[4]  Μ. Guarducci, IC 174, στ. 41.

[5]  Δωσιάδας στον Αθήναιο, 143 a-b (FrGrHist 458 F 2):Διήρηνται δ’ oι πολίται πάντες καθ’ έταιρίας. καλούσι δέ ταύταςανδρεία.

[6]   IC IV Χ.33-39 = R. Koerner - KI. Hallof, Inschriftliche Gesetzestexte der friihen griechischen Polis, Koln-Weimar-Wien 1993 (στο εξής: Gesetzestexte), αρ. 180: άνπασίν εμεν όπο κά τιλ λ/εί. άμπαίνεθαί δέ κατ’ άγοράν/καταFελμένον το μ πολιατα άπό το λάοo άπαγο- ρεύοντi/ό δ ’ άμπανάμένος δότο τα έταρείαι τάίFάι, αυτό ιαρε/ιονκαί πρόκοον Foivo.

Ί. F. Biicheler - Ε. Zietelmann, Das Recht von Gortyn, Rheinisches Museum 40,55.

[8]  Δωσιάδας στον Αθηναίο, IV143, a-b, FrGrHist 458 F 2.

[9]  Για το σύστημα αυτό βλ. Cl. Talamo, MiscGR 12 (1987), 9-26.

[10]  IC = Nomima I, αρ. 49.

[11]  Αντίστοιχοι άρχοντες υπάρχουν και σε άλλες ελληνικές πόλεις, όπως λ.χ. στην Κω του 4ου αι., όπου ονομάζονται καρπολόγοι, ή στη Θάσο, όπου και πάλι μαρτυρούνται με την ονομασία καρπολόγοι.

[12] Πολιτικά 1272 a 18.

13 Nomima I, αρ. 22.

[14]  Gesetzestexte αρ. 129.

[15]  Gesetzestexte αρ. 94.

[16] ICIV14 = Nomima αρ. 82 = Gesetzestexte αρ. 121.

[17]  Για τα τελετουργικά της μύησης των νέων βλ. Η. Jeanmaire, Couroi et Couretes, Lille-Paris 1939 και P. Vidal-Naquet, Le chasseur noir, Paris 1981.

[18]  Νόμοι 864 e.

[19]  Ρ. Chantraine, Dictionnaire Etymologique de la langue grecque, στη λ.

[20]  IC I, IX,1 (137-164) = Nomima αρ. 48.

[21]  Πρβλ. Nomima, 200.

[22]  Nomima αρ. 66.

[23]  R.F. Willetts, Cretan Cults and Festivals, London 1962,200-202.

[24]  Ο H. van Effenterre, Nomima 280, εικάζει ότι μπορεί οι εταιρίες να αποτελούνται μόνο από πολίτες ορισμένης τάξης. Ίσως αυτό να είναι αλήθεια για μια προγενέστερη εποχή.