Digesta 2003
ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΑΚ 281, 513, 1033

Καταχρηστική προβολή της ακυρότητας της αιτίας συναλλαγματικών που εκδόθηκαν για το μη αναγραφέν τίμημα στην πώληση ακινήτου.

 Για να ανοίξετε το σύνολο της στήλης σε μορφή pdf πατήστε εδώ

ΚΠολΔ 134, ν. 1334/1983 (Σύμβαση Χάγης) άρθρο 15

Πλασματική επίδοση της περιλήψεως της κατασχετήριας εκθέσεως

Η περίληψη της κατασχετήριας εκθέσεως δεν είναι εισαγωγικό αρχόμενης διαδικασίας δικόγραφο, αλλά διαδικαστική πράξη της συνεχιζόμενης αναγκαστικής εκτελέσεως, για την οποία δεν εφαρμόζεται το άρθρο 15 ν. 1334/83 (Σύμβαση της Χάγης), αλλά αρκεί η πλασματική επίδοση κατά το άρθρο 134 ΚΠολΔ.

Άρειος Πάγος 163/2002

(Σύνθεση: Γ. Κάπος, Γ. Παπαδημητρίου, Κ. Βαρδαβάκης, Σ. Πατεράκης, Σ. Σιμόπου­λος - εισηγητής)

Επειδή, από τη διάταξη του άρθρου 15 της από 15.11.1965 Συμβάσεως της Χάγης, που κυρώθηκε με το ν. 1334/1983 και, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος, υπερισχύει του άρθρου 134 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις το δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να αναβάλει την έκδοση αποφάσεως, αν δεν παρίσταται στην ορισμένη δικάσιμο ο διάδικος, που διαμένει στην αλλοδαπή, μέχρι να διαπιστωθεί, ότι το αντίστοιχο εισαγωγικό της δίκης ή άλλο ισότιμο δι­κόγραφο, επιδόθηκε πραγματικά ή κοινοποιήθηκε σ’ αυτόν, όπως προβλέπει η ως άνω διεθνής σύμβαση, εγκαίρως, ώστε να μπορέσει να υπερασπίσει τον εαυτό του. Στην περίπτωση αυτή, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 134 του ΚΠολΔ, με την οποία προβλέπεται η επίδοση στον Εισαγγελέα του αρμοδίου δικαστηρίου, για τους διαμένοντες στην αλλοδαπή διαδίκους, όταν δηλαδή πρόκειται για εισαγωγικά της δίκης δικόγραφα, όπως είναι η αγωγή, τα ένδικα μέσα και οι ανακοπές ή άλλα ισότιμα δικόγραφα, όπως η επιταγή προς εκτέλεση που είναι εισαγωγικό της αρχομένης διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως, (ΑΠ 709/1973), όχι όμως και το πρόγραμμα του πλειστηριασμού, ήδη, μετά το ν. 2298/1995, η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, που αποτελούν διαδικαστικές πράξεις της συνεχιζό­μενης αναγκαστικής εκτέλεσης, για τις οποίες δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 15 της Συμβάσεως της Χάγης και αρκεί η πλασματική επίδοση στον αρμόδιο Εισαγγελέα, κατά το άρθρο 134 του ΚΠολΔ. Στην προκειμένη περίπτωση, το εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, μεταξύ άλλων, ότι με επίσπευση της αναιρεσείουσας και με βάση το 143/1988 πρόγραμμα αναγκαστικού πλειστηριασμού, πλειστηριάσθηκαν την 11.1.1989 τα αναφερόμενα στο πρόγραμμα αυτό ακίνητα του καθού η εκτέλεση αναιρεσιβλήτου, που είναι κάτοικος γνωστής διαμονής Παρισσίων Γαλλίας και συντάχθηκε η 10443/1989 έκθεση πλειστηριασμού ακινήτου της συμβολαιογράφου Ιεράπετρας Λασιθίου Κρήτης M.B. Το 143/2.12.1988 πρόγραμμα πλειστηριασμού, επιδόθηκε στον εισαγγελέα πρωτοδικών Λασιθίου με την 5117/ 27.12.1988 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητού στο πρωτοδικείο Λασιθίου Α.Α. Δέχθηκε επίσης το εφετείο ότι η Γαλλία έχει προσχωρήσει στην προαναφερθείσα σύμβαση της Χάγης και ότι δεν αποδείχθηκε πραγματική επίδοση του προγράμματος στον ίδιο τον καθ’ ού η εκτέλεση σύμφωνα με τις διατυπώσεις των διατάξεων της διεθνούς αυτής συμβάσεως. Ακολούθως το εφετείο απέρριψε την ασκηθείσα έφεση της αναιρεσείουσας, κατά της πρωτόδικης αποφάσεως που είχε ακυρώσει τον πλειστηριασμό. Έτσι κρίνοντας το Εφετείο, παρά το νόμο δέχθηκε ακυρότητα του πλειστηριασμού, ο μοναδικός, δε από το άρθρο 559 αριθ. 14 του ΚΠολΔ, λόγος της αναίρεσης, είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί δε η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο εφετείο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ).

Σημείωση

Η ανωτέρω απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου ενδυναμώνει αποφασιστικά την – πλέον κρατούσα – άποψη, η οποία δέχεται, ότι για την έγκυρη επίδοση πράξεων της διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 15 της Συμβάσεως της Χάγης του 1965 για την επίδοση δικαστικών και εξώδικων πράξεων στο εξωτερικό, όταν ο παραλήπτης του εγγράφου διαμένει σε ένα από τα συμβαλλόμενα κράτη.

Σχετικά με την εφαρμογή τόσο της προαναφερθείσας διατάξεως, όσο και της διατάξεως του άρθρου 9 του 1348/2000 Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ο οποίος κατισχύει της ανωτέρω διεθνούς συμβάσεως στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτελέσεως πρβλ. Τσικρικά, Ζητήματα από την επίδοση πράξεων της αναγκαστικής εκτελέσεως, 2002, σ. 79 επ., 107 επ. και τον ίδιο, Η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση σε περίπτωση διαμονής του καθού η εκτέλεση στο εξωτερικό, Digesta 5(2001), σ. 69 επ.

Κ.Π

[4]. Βλ. Ε. Περάκη, Γενικό Μέρος του Εμπορικού Δικαίου, Νομική Βιβλιοθήκη, 1999, σελ. 138 επ.

[5]. Βλ. καταστατικό σωματείου με την επωνυμία «Σύνδεσμος Franchise της Ελλάδος», άρθρο 2δ.

[6]. Ενδεικτικά, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 2β του καταστατικού του Συνδέσμου Franchise της Ελλάδος, η αποδεδειγμένη παραβίαση του κώδικα δεοντολογίας από μέλος του σωματείου αποτελεί, σύμ­φωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία, λόγο διαγραφής του μέλους αυτού από το σωματείο.

[7]. Βλ. Ι. Σπυριδάκη, Γενικές Αρχές, Τεύχος Α΄, σελ. 265, όπου αναφέρεται και στις δύο απόψεις για τη νομική φύση του καταστατικού και προτείνει το συνδυασμό τους. Α. Γεωργιάδη, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, σελ. 157. Σ. Βλαστό, Αστικά σωματεία, Συνδικαλιστικές και Εργοδοτικές Οργανώσεις, σελ. 87 επ.

[8]. Βλ. Ι. Σπυριδάκη, Γενικές Αρχές, Τεύχος Α΄, σελ. 287 επ. Σ. Βλαστό, Αστικά σωματεία, Συνδικαλιστικές και Εργοδοτικές Οργανώσεις, σελ. 149 επ.

[9]. Βλ. Σ. Ψυχομάνη, «Ο Κώδικας Τραπεζικής Δεοντολογίας», Αρμ. 1999, σελ. 915.

[10]. Βλ. Cour de Cassation, 1ère chambre civile, 5 novembre 1991, JCP 1992, ed. E II, 255, Revue tri­mestrielle de droit civil (1992), σελ. 381 επ., σχόλιο Jacques Mestre. Για μια αναλυτική παρουσίαση της γαλλικής νομολογίας σε ό,τι αφορά τους κώδικες δεοντολογίας εν γένει, βλ. F. Osman, «Avis, dire­cti­ves, codes de bonne conduite, recommandations, déontologie, éthique, etc.: réflexion sur la dégra­da­tion des sources privées du droit», Rev. trim. de droit civil, 1995, σελ. 509 επ.

[11]. Revue trimestrielle de droit civil (1992), σχόλιο Jacques Mestre, σελ. 385.