Η ΚΗΡΥΞΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΤΟΥ ’40

Γ. - Ε. Καλαβρός

Αναπλ. Καθηγητής Νομικής ΔΠΘ

Για ανοίξετε τον πανηγυρικό σε μορφή pdf πατήστε εδώ

Όταν την νύκτα της 26ης προς 27η Οκτώβρη 1940 ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Γκράτσι και οι δύο γραμματείς της πρεσβείας ειδοποιήθηκαν ότι είχαν αρχίσει να καταφθάνουν στην ιταλική πρεσβεία τέσσερα κρυπτογραφήματα από την Ρώμη κατά την δεξίωση που εδίδετο στην πρεσβεία προς τιμή του υιού του μουσουργού Πουτσίνι που είχε φθάσει στην Αθήνα για να παραστεί στην παράσταση της «Μαντάμ Μπατερφλάι» που θα εδίδετο στο τότε Βασιλικό Θέατρο και ο Ιταλός πρέσβης έδωσε οδηγίες στους δύο γραμματείς να εναλλάσσονται στον ρόλο του δεξιουμένου και του κρυπτογράφου, για να μην αντιληφθεί κανείς το επείγον του πράγματος, δεν μπορούσαν ασφαλώς να υποθέσουν ότι θα πρωταγωνιστούσαν σε λίγο, καθένας από τη θέση στην οποία τάχθηκε, σ’ ένα ιστορικό γεγονός που θα απασχολούσε αρ

Το εντυπωσιακό όμως είναι, ότι η άρνηση του Μεταξά να υποκύψει στο τελεσί

Αλλά η εξήγηση και η αξιολόγηση των «σταθερών της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής από την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Μεταξά μέχρι το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940, απαιτεί γνώσεις ψυχιατρικής και γενικής θεωρίας του Χάους στην διπλωματία. Και για τις δύο ο ομιλητής της αποψινής βραδιάς δηλώνει αναρμόδιος.

Αντ’ αυτών, εκμεταλλευόμενος το προνόμιο της από το παρόν προσέγγισης του παρελθόντος, θα επιχειρήσει να εισαγάγει δια βραχέων το ακροατήριον του σε μερι

Την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον Μεταξά ακολουθεί η επίσημη επίσκεψη στην χώρα του Εδουάρδου του Η΄, που υποδηλώνει την ελπίδα της αγγλικής πολιτικής προς ένα αγγλόφιλο προσανατολισμό του νέου καθεστώτος. Τον προσανατολισμό φαίνεται να επιβεβαιώνει η αποπομπή σε λίγους μήνες του Κ. Ζαβι

Ο Μεταξάς όμως δεν τολμά να προχωρήσει ένα βήμα περισσότερο, δηλαδή στην ανοικτή ένταξη στην γερμανική σφαίρα επιρροής. Όχι μόνο γιατί ο αγγλόφιλος Γεώργιος ο Β΄ αντιδρά αλλά και διότι η οικονομία της χώρας είναι σταθερά συνδεδεμένη με την Αγγλία. Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι τοποθετημένο σε άγγλους πιστωτές και τα ελληνικά ναυτιλιακά συμφέροντα τοποθετημένα στο Λονδίνο.

Τον Οκτώβριο όμως το 1936 στο Μπερχτεσγκάντεν μεταξύ Τσιάνο και Χίτλερ συμφωνούνται οι σφαίρες επιρροής και η Ελλάδα, η Γιουγκοσλαβία, η Αλβανία και η Βόρειος Αφρική περιέρχονται στην ιταλική σφαίρα επιρροής, αλλά η συμφωνία παραμένει μυστική.

Στα χρόνια που ακολουθούν μέχρι το 1939 που η Ιταλία καταλαμβάνει την Αλβανία, στον βαλκανικό χώρο με την έμπνευση του ναζιστικού καθεστώτος, πνέει άνεμος ισορροπίας, που ενθαρρύνεται από τους μελλοντικούς πρωταγωνιστές του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου για να καθορίσουν τα μέτωπα και να συγκροτήσουν τις αναγκαίες συμμαχίες.

Υπό τις συνθήκες αυτές, τον Ιούλιο του 1938 υπογράφεται στην Θεσσαλονίκη το ομώνυμο σύμφωνο με το οποίο οι χώρες της βαλκανικής συνεννόησης και η Βουλ

Η κατάληψη της Αλβανίας την άνοιξη του 1939 αιφνιδιάζει τον Μεταξά, που παρ’ όλη την φανερή ανάγκη να προσανατολισθεί η ελληνική εξωτερική πολιτική προς την Αγγλία, δέσμιος του ιδεολογικού προσανατολισμού του προς τα εθνικοσο

Αλλά η αλήθεια επιβάλλει την διαπίστωση ότι η πολιτική της ουδετερότητας, εμφανώς αντίθετη με τα ελληνικά συμφέροντα, ορατά ήδη από το 1938, δεν συναντά ουσιαστική πολιτική αντίδραση από τους αντιπάλους του καθεστώτος Μεταξά, οι οποίοι επιδίδονται συνεχώς σε μία ανερμάτιστη και καιροσκοπική και συνεπώς αναξιόπιστη κριτική: οι φιλελεύθερες εξέχουσες πολιτικές δυνάμεις από το Παρίσι άλλοτε αποδίδουν στον Μεταξά την πρόθεση εξυπηρέτησης των αγγλογαλλικών συμφερόντων και άλλοτε τον κατηγορούν ως πιστό υπηρέτη του Άξονα, οι δε πολιτικές δυνάμεις του εσωτερικού, φυσικά δεν τολμούν να αρθρώσουν κριτικό λόγο κατά του Μεταξά. Ακόμη και το Κ.Κ.Ε δεν είχε σαφή πολιτική, αλλά προσάρμοζε την κριτική του στις διακυμάνσεις της γερμανοσοβιετικής προσέγγισης, τασσόμενο και αυτό υπέρ της ουδετερότητας υπό την εγγύηση όμως της Σοβιετικής Ένωσης (επίσημη προκήρυξη της 30 Αυγούστου 1940).

Στα δύο κρίσιμα χρόνια 1939-1940 ούτε μία πολιτική φωνή, μέσα ή έξω από την Ελλάδα, δεν εναντιώθηκε στην πολιτική της ουδετερότητος του Μεταξά. Μονα

Αλλά η φωνή του Κανελλόπουλου δεν δικαιολογεί καθ’ αυτήν την αδράνεια του καθεστώτος να πάρει τις αναγκαίες αποφάσεις που θα καθιστούσαν την Ελλάδα έγκαιρα παίκτη και τελικώς πραγματικό νικητή, αφού τα δεδομένα της εποχής εκραύ

Ειδικότερα στις 3 Σεπτέμβρη του 1939 η Αγγλία και η Γαλλία κηρύσσουν τον πόλεμο στην Γερμανία, ενώ η Ιταλία επιλέγει την στάση του μη εμπολέμου, παρά τις υποχρεώσεις της από το σύμφωνο του Άξονα που υπάρχει από τον Μάιο του ιδίου έτους. Παρά τις θεατρικές εκδηλώσεις υπέρ του πολέμου του Ντούτσε, από τον εξώστη του Παλάτσο Βενέτσια η Ιταλία ήταν ανέτοιμη πρακτικά για ένα ευρωπαϊκό πόλεμο, όμως αποκαλύφθηκε εκ των υστέρων από το ημερολόγιο του Τσιάνο. Αυτό βέβαια δεν μπορούσε να το ξέρει ο Μεταξάς αν και ο πρέσβης του στη Ρώμη Σκέφερις ήδη από τις 27 Οκτώβρη 1939 μετέδιδε συνεχώς πληροφορίες και φήμες περί μέλλουσας Ιταλικής κίνησης κατά της Ελλάδος. Αλλ’ σιωπή του Ντούτσε από τον Σεπτέμβρη του 1939 μέχρι τον Ιούνιο του 1940, που ακολούθησε τις πολεμοχαρείς παραστάσεις του από τον εξώστη του Παλάτσο Βενέτσια όφειλε τουλάχιστον να προβληματίσει τον Μεταξά. Όπως εξ’ άλλου και ότι η διακοπή της τροφοδοσίας της Ιταλίας σε άνθρακα με αγγλική πρωτοβουλία από το Ρότερνταμ, θα οδηγούσε αργά ή γρήγορα την Ιταλία σε υλοποίηση των υποχρεώσεων από το σύμφωνο του Άξονα έστω και με ένα στρατό και μια πολεμική βιομηχανία ανέτοιμους. Αυτή την κρίσιμη χρονιά 1939

Υπό τις συνθήκες αυτές μια επιχείρηση κατά της Ελλάδος, εν αγνοία του Χίτλερ θα ικανοποιούσε το εγώ του Ντούτσε και ταυτόχρονα την ισορροπία μέσα στον άξονα.

Ο Μεταξάς υπήρξε ο μοιραίος άνθρωπος για την δύσκολη και κρίσιμη χρονιά του 1941. Ήταν ο πολιτικός που αναγκάσθηκε να πολεμήσει εναντίον των φυσικών συμμάχων του, υπέρ των φυσικών εχθρών του, οδηγώντας την χώρα μέσα από μια αντιφατική πολιτική σ’ ένα πόλεμο από την θέση του αμυνομένου χωρίς καμία συμ

Ο ίδιος ο Μεταξάς σημειώνει στο Τετράδιο των σκέψεών του τον Ιανουάριο του 1941:

«Η Ελλάδα έγινε από την 4ην Αυγούστου Κράτος, αντικομμουνιστικό, Κράτος αντι

Αυτή η αποστροφή φαίνεται σε όλο της το μεγαλείο και ως απολογία του καθε

Έτσι φτάσαμε την 3η

Ο Ιταλός Πρέσβης επέδωσε στον Μεταξά έγγραφο που περιείχε τον ισχυρισμό ότι 1) η Ελληνική Κυβέρνηση «εδέχθη όπως ο αγγλικός στόλος χρησιμοποίηση κατά την εξέλιξη των πολεμικών του επιχειρήσεων τα χωρικά της ύδατα, τα παράλια της και τας λιμένας της». «Ευνόησε τον ανεφοδιασμόν των εναερίων βρετανικών δυνάμεων». «Επέτρεψε την οργάνωση εις το ελληνικό αρχιπέλαγος μιας υπηρεσίας στρατιωτικών πληροφοριών εναντίον της Ιταλίας»

Την παράδοση του εγγράφου συμπλήρωσε η προφορική δήλωση του Γκράτσι προς τον Μεταξά «Κύριε Πρόεδρε είμαι επιπροσθέτως επιφορτισμένος να σας ανακοι

– ...

 

Κατόπιν ο Μεταξάς συνόδευσε τους τρεις επισκέπτες του στην εξώθυρα. Η τελευταία φράση εκείνη την ώρα ήταν «vous etes les plus forts». Ο επακολουθήσας διάλογος μεταξύ Μεταξά και Γκράτσι απέβλεψεν από ελληνικής πλευράς εις την διευκρίνιση της έννοιας της γραπτής ανακοίνωσης που εκόμισε ο Ιταλός Πρέσβης.

Εκ τούτου προέκυψε ότι επρόκειτο περί τελεσιγράφου (ultimatum), δηλαδή περί της υπό του άρθρου 1 της 3ης Σύμβασης της Χάγης του 1907 προηγούμενης και αναμφιβόλου μονομερούς δήλωσης της Ιταλίας προς την Ελλάδα, ένάρξης εχθροπραξιών, ενέχουσας και την δήλωση κήρυξης πολέμου υπό αίρεση.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η τοιαύτη κήρυξη του πολέμου υπό αίρεση θεμελιώθη

Φυσικά παρέλκει ενταύθα να αναφερθεί ότι η Ιταλική Κυβέρνηση επιμελώς και συστηματικώς απέδιδε στην Ελληνική παραβίαση της αρχής της ουδετερότητας προ

Πράγματι στις 18.6.1940 ο πρεσβευτής Ανφούζο, αντιπροσωπεύοντας τον απου

Στις 26.6.1940 ο αυτός πρέσβης Ανφούζο εκ μέρους του Τσιάνο διαμαρτυρήθη προς τον Πολίτη ότι ο εν Αγκύρα Πρέσβης της Ελλάδος (Ραφαήλ) εργάζεται εναντίον του Άξονος.

Στις 3.7.1940 ο Πολίτης τηλεγραφεί ότι εκλήθη από τον Τσιάνο ο οποίος σε ύφος οργίλο και βάναυσο του είπε ότι έχει αποδείξεις ότι τα αγγλικά πολεμικά μεταχειρίζονται τους ελληνικάς λιμένες και τα ελληνικά χωρικά ύδατα δι’ επιθέσεις κατά Ιταλικών ναυτικών δυνάμεων.

Αν στις αόριστες και αναπόδεικτες αυτές κατηγορίες προσθέσει κανείς και την προβοκατόρικη δράση του Διοικητή των Δωδεκανήσων Τσεζάρι Μαρία Ντε Βέκκι ντι Βαλ Τσεσμόν, που διαβίβαζε συνεχώς στην Ρώμη αναφορές των πιλότων της «Αλα Λιττόρια», οι οποίοι συνεπαρμένοι από τα φασιστικά ιδεώδη και υπεριπτάμενοι του Αιγαίου έβλεπαν παντού αγγλικά σκάφη, μπορεί να έχει μία αμυδρή εικόνα του κλίματος που εκαλλιεργείτο στην Ρώμη κατά της Ελλάδος.

Ούτε είναι δυνατόν να αναλυθούν εδώ οι συνέπειες της κήρυξης του πολέμου από πλευράς διεθνούς δικαίου εν γένει:

Αντ’ αυτών θα επιχειρηθεί εδώ μια συνοπτική καταγραφή της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου από πλευράς διεθνούς δικαίου.

Κατά τους τότε ισχύοντες διεθνείς κανόνες η κήρυξη του πολέμου κατ’ άρθρο 1 της 3ης Σύμβασης της Χάγης του 1907 οριοθετεί το τέλος της ειρηνικής περιόδου στις διμερείς διεθνείς σχέσεις μεταξύ των εμπολέμων και το πέρασμα των σχέσεων αυτών στο καθεστώς ισχύος των διεθνών κανόνων και εθίμων του πολέμου. Δια τους μη εμπολέμους τρίτους συνεπάγεται τις εκ της αρχής της ουδετερότητας απορ

Το διεθνές δίκαιον δεν προσδιορίζει την έννοια του νομίμου και κατ’ αντιδιαστολή του μη νομίμου πολέμου.

Το άρθρο 10 του Συμφώνου της Κ.τ.Ε. επέβαλε στα κράτη

Την ασάφεια, γενικότητα και αοριστία του όρου νόμιμος άμυνα αποτυπώνει επιτυχώς η επιφύλαξη των Η.Π.Α. δια στόματος του Υπουργού Εξωτερικών KELLOG στις διαπραγματεύσεις για το σύμφωνο των Παρισίων: «το δικαίωμα της νομίμου αμύνης είναι αναπόσπαστο από την κυριαρχίαν, όλων των κρατών, περιέχεται δε σιωπηρώς εις πάσαις τας συνθήκας. Παν έθνος είναι ελεύθερον εις πάσαν στιγμή και αδιαφόρως διατάξεων περιεχομένων εις συνθήκας να αμυνθεί του εδάφους του κατ’ επιθέσεως και εισβολής και αυτό τούτο έχει την αρμοδιότητα να αποφασίζει, αν οι περιστάσεις απαιτούν την προσφυγήν εις πόλεμον νομίμου αμύνης».

Οι απόψεις αυτές του KELLOG είχαν άλλωστε περιληφθεί και στην ομιλίαν του στην Αμερικανική Ένωση Διεθνούς Δικαίου στις 28.4.1928 και αποτελέσει περιεχόμενον διακοίνωσης προς όλες τις Κυβερνήσεις με τις οποίες οι Η.Π.Α. διατηρούσαν διπλωματικές σχέσεις. Ουδείς αντέλεξεν.

Πρωταρχική όμως έννομος συνέπεια της κήρυξης νομίμου πολέμου, πλην των εν γένει συνεπειών από την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, ήταν η αποφυγή των εννόμων συνεπειών από την κήρυξη μη νομίμου τοιούτου, δηλαδή η αποφυγή διεθνούς ευθύνης του, κηρύξαντος τον πολέμο, κράτους. Και λέγομεν περί διεθνούς ευθύνης του κράτους γιατί διεθνείς κανόνες θεμελιούντες ατομική ποινική ευθύνη για εγκλήματα πολέμου, ανιχνεύονται το πρώτο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όμως όλες οι αποδιδόμενες στην Ελληνική Κυβέρνηση με το τελεσίγραφον των Τσι

Ως προς δε την αποδοθείσα εις την Ελλάδα τρομοκρατική ενέργεια εις βάρος του Ντ

Περί του ότι οι αποδιδόμενες δήθεν παραβιάσεις της ουδετερότητος εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης με το τελεσίγραφο του Γκράτσι ήταν ψευδείς και προσχηματικές, δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία, αφού, πέραν του γεγονότος ότι αποτελούσαν φυσική συνέχεια πλήθους ψευδών ισχυρισμών περί παραβιάσεως της ουδετερότητος που είχαν εκτοξευθεί κατά της Ελληνικής Κυβέρνησης απ’ ευθείας από τον Τσι

Σ’ αυτές τις τελευταίες εντάσσονται ο βομβαρδισμός στις 12.7.1940 από τρία ιταλικά βομβαρδιστικά του βοηθητικού σκάφους του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού «Ωρίων» της Υπηρεσίας Φάρων και του αντιτορπιλικού «Ύδρα» στον κόλπο του Κισσάμου. Ο βομβαρδισμός στις 30.7.1940 από ιταλικό αεροπλάνο των ελληνικών αντιτορπιλικών «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα» στο Κορινθιακό κόλπο με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό της «Έλλης» στις 15.8.1940 στην Τήνο από το ιταλικό υποβρύχιο «Delfino» κατόπιν διαταγής του Ιταλικού ΓΕΝ, μετά οδηγίες του Ντούτσε, που είχε διαβιβάσει στον πλοίαρχο του «Delfino» o Ντε Βέκκι.

Υπό αυτές τις συνθήκες η κήρυξη του ελληνοϊταλικο

Εξ άλλου ο ελληνοϊταλικός πόλεμος στο προοίμιο (παρ. 1) της συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων μεταξύ των Συμμάχων και Συνασπισμένων Δυνάμεων και της Ιταλίας της 10 Φεβρουαρίου 1947, χαρακτηρίζεται επιθετικός πόλεμος με την εξής αποστροφή: «Δεδομένου ότι η Ιταλία υπό το φασιστικό καθεστώς, κατέστη εν των συμβαλλομένων μερών του Τριμερούς Συμφώνου μετά της Γερμανίας και της Ιαπωνίας, ότι επεχείρησε πόλεμον επιθετικόν και ως εκ τούτου προεκάλεσε κατάσταση πολέμου μεθ’ όλων των συμμάχων και συνασπισμένων Δυνάμεων και άλλων Ηνωμένων Εθνών και ότι υπέχει εν αναλόγω μέτρω ευθύνας δια τον πόλεμον».

Ο χαρακτηρισμός του Ελληνοϊταλικού πολέμου εις πράξης αντιδιεθνούς, λόγω αντίθεσης με τα άρθρα 1 και 2 του Συμφώνου των Παρισίων, που αναφέρθηκε ήδη, εγείρει διεθνή ευθύνη της Ιταλίας ως κράτους, που αναγνωρίσθηκε άλλωστε ως άνω και από το προοίμιο της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων. Η διεθνής ευθύνη κράτους λόγω των άνω παραβάσεων κυρούται με την υποχρέωση του κράτους

Η διεθνής ευθύνη της Ιταλίας συγκεκριμένα από την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου ρυθμίστηκε ειδικότερα από τις διατάξεις της συνθήκης Ειρήνης ως εξής:

Μέρος IV

Τμήμα Ι: Επανορθώσεις

Άρθρο 74 Β΄ παρ. 1 Αποζημίωση στην Ελλάδα ύψους $ 105.000.000

Τμήμα ΙΙ: Αποδόσεις της Ιταλίας

Άρθρο 75 παρ. 1,

Άρθρον 75 παρ. 5: Απόδοση περιουσιακών στοιχείων που κρατούνται ενός τρίτου κράτους.

Άρθρον 75 παρ. 8: Απόδοση νομισματικού χρυσού που αφαιρέθηκε από τις κεντρικές τράπεζες των κατεχομένων κρατών.

Άρθρον 75 παρ. 9: Απόδοση και αντικατάσταση αντικειμένων καλλιτεχνικού, ιστορικού ή αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.

Μέρος VII

Άρθρα 75

Περιλαμβάνονται ρυθμίσεις που αφορούν ζημιές και αποζημιώσεις σε ιδιωτικές περιουσίες, δικαιώματα και συμφέροντα.

Τομή, όμως, στο διεθνές δίκαιο εισάγει το άρθρο 6 (α) του Καταστατικού Χάρτη του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης με την πρόνοια ότι ο επιθετικός πόλεμος συνιστά διεθνές έγκλημα κατά της ειρήνης, το οποίο εγείρει ατομική ποινική ευθύνη των προσώπων τα οποία σχεδίασαν, προετοίμασαν, εξαπέλυσαν, διεξήγαγαν ή έλαβαν μέρος σε κοινό σχέδιο η συμφωνία για την τέλεση των παραπάνω πράξεων. Στο άρθρο 45 παρ. 1 (α΄) της Συνθήκης Ειρήνης προβλέπεται ότι η Ιταλία θα λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλισθεί η σύλληψη και η παράδοση, έτσι ώστε να προσαχθούν σε δίκη, προσώπων που κατηγορούνται ότι διέπραξαν ή διέταξαν την τέλεση εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ειρήνης και κατά της ανθρωπότητας.

Πάρα την πρόβλεψη του άρθρο 6 (α) του Καταστατικού του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης κανένας Ιταλός αξιωματούχος δεν δικάστηκε για οποιαδήποτε από τα παραπάνω εγκλήματα από διεθνές δικαστήριο ή ενώπιον εσωτερικού δικαστηρίου ασκούντος διεθνή δικαιοδοσία άλλου (πλην της Ιταλίας) κράτους. Μέλη όμως της φασιστικής κυβέρνησης της Ιταλίας δικάστηκαν ενώπιον Ιταλικών δικαστηρίων για έσχατη προδοσία, διότι ενέπλεξαν την Ιταλία σε επιθετικό πόλεμο, αλλά όχι για εγκλήματα κατά της ειρήνης με βάση το άρθρο 6 (α) του Καταστατικού του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης.

 

Κυρίες και κύριοι

Ο ομιλητής της αποψινής βραδιάς δεν επεδίωξε να προσεγγίσει εξαντλητικά ένα πολύπλευρο και πολυεστιακό ιστορικό γεγονός η ανάλυση του οποίου

Υπό αυτήν την έννοια η μοναχική και τραγική φωνή του Παν. Κανελλόπουλου, πνευματικού ανθρώπου και πολιτικού ηγέτη εγνωσμένων δημοκρατικών φρονημάτων, που παραδέχεται ότι το «ΟΧΙ» το είπε ο Ελληνικό Λαός, αφού το είχε πει στον Γκράτσι ο Μεταξάς, έχει την ίδια ιστορική και πολιτική αξία και σημασία με την ανοιχτή επιστολή, προς τον Υφυπουργό Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη, του Ν. Ζαχαριάδη, ο οποίος ως Γεν. Γραμματέας του Κ.Κ.Ε., κρατούμενος στην φυλακή της Κέρκυρας έγραψε «Σήμερα όλοι οι Έλληνες παλεύουμε για την λευτεριά, την τιμή και την εθνική μας ανεξαρτησία ... Ο λαός της Ελλάδος διεξάγει σήμερα ένα πόλεμο εθνικό απελευθερωτικό έναντι στο φασισμό του Μουσολίνι ...», την οποία ο ομιλητής θεωρεί γνήσιαν, αν και αμφισβητήθηκε από το Κ.Κ.Ε. αμέσως ως πλαστή και χαλκευθείσα από το καθεστώς του Μεταξά, ακριβώς διότι ανακλήθηκε από τον συντάκτη της, κατόπιν πιέσεως της Μόσχας με νεώτερη ανοιχτή επιστολή στις 26.11.1940.

 

Κυρίες και κύριοι

Είναι βέβαιο ότι ο ομιλητής της αποψινής βραδιάς εκμεταλλεύθηκε την δυνατό

Κυρίως όμως θέλει να επισημάνει στο ακροατήριο του ότι ανήκοντας στην πρώ