ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
Επιμέλεια: Μ. Τσαπόγας
ΔρΝ - Ειδικός Επιστήμονας στο Συνήγορο του Πολίτη
Για να ανοίξετε το σύνολο της στήλης σε μορφή pdf πατήστε εδώ
Σ 4.5, Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος άρθρο 7
Έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα των δαπανών που καταβάλλει ο διαζευγμένος σύζυγος για τα τέκνα που δεν κατοικούν μαζί του
Αντίθετη στην αρχή της φορολογικής ισότητας η παράλειψη έκπτωσης, από το φορολογητέο εισόδημα, των δαπανών που καταβάλλει ο διαζευγμένος σύζυγος για τα τέκνα που δεν κατοικούν μαζί του.
Δυνατή, υπό την ισχύουσα νομοθεσία, η ενσωμάτωση των σχετικών δαπανών στο εκπίπτον ποσό της διατροφής του διαζευγμένου γονέα.
Πόρισμα 1104.03.2.2/10.4.2003
(Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη: Αλίκη Κουτσουμάρη, Χειριστής: Δημήτρης Χριστόπουλος)
Ο προσφεύγων είναι διαζευγμένος πατέρας ενός ανήλικου τέκνου. Την επιμέλεια του τέκνου έχει η μητέρα του, με την οποία και ζει. Μετά την έκδοση του διαζυγίου του, δεν του επιτρέπεται να συμπεριλάβει στα ποσά δαπανών που αφαιρούνται από το συνολικό του εισόδημα, μια σειρά από έξοδα που συνεχίζει να κάνει για το τέκνο του, όπως νοσοκομειακή και ιατρική περίθαλψη και διάφορα δίδακτρα σε φροντιστήρια εκπαιδευτικών μαθημάτων ή ξένων γλωσσών κ.ο.κ. επειδή τα παιδί δεν κατοικεί πλέον μαζί του. Εφόσον λοιπόν το παιδί δεν ζει μαζί του, αλλά με τη μητέρα του, ο προσφεύγων δεν μπορεί να το υπαγάγει στον Πίνακα 10, περίπτωση 1 της φορολογικής του δήλωσης («Στοιχεία προσώπων που συνοικούν με τους φορολογουμένους και τους βαρύνουν»), με αποτέλεσμα να μη δικαιούται την αφαίρεση των παραπάνω δαπανών στις οποίες υποβάλλεται για αυτό.
Το ως άνω καθεστώς ο προσφεύγων θεωρεί άδικο και διακριτικό. Για το λόγο αυτό, πριν προσφύγει στο Συνήγορο του Πολίτη, απευθύνθηκε στη Γενική Διεύθυνση Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομίας & Οικονομικών, απ’ όπου ζητούσε την διόρθωσή του με το σκεπτικό ότι το γεγονός πως δεν κατοικεί με το παιδί του δεν ισοδυναμεί με την απαλλαγή του από την υποχρέωση να φέρει το βάρος της πληρωμής εξόδων πέραν της διατροφής, τα οποία, εάν δεν είχε χωρίσει, θα μπορούσε να τα αφαιρέσει από το φορολογητέο εισόδημά του. Με τρία έγγραφά της, η Διεύθυνση Φορολογίας Εισοδήματος επιβεβαιώνει ότι «τα τέκνα δεν θεωρείται ότι βαρύνουν το διαζευγμένο γονέα, με τον οποίο δεν συγκατοικούν ... όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 7 του ΚΦΕ», καθώς επίσης πληροφορεί τον ενδιαφερόμενο ότι «το αίτημά (του) εξετάζεται με τα άλλα θέματα για τη φορολογική αναμόρφωση και σε περίπτωση που κριθεί σκόπιμο, θα ικανοποιηθεί».
Ο Συνήγορος του Πολίτη συνηγορεί εκθύμως στην ικανοποίηση του προκείμενου αιτήματος, εκτιμώντας πως είναι επείγουσα ανάγκη η μεταρρύθμιση του παρόντος καθεστώτος, το οποίο:
Πρώτον, είναι εμφανώς αναχρονιστικό, καθώς, στον πυρήνα του επιχειρήματός του, υπονοείται πως η μέριμνα του τέκνου ασκείται αποκλειστικά από τον γονέα με τον οποίο αυτό ζει. Ωστόσο, στις σύγχρονες και συνεχώς μεταλλασσόμενες κοινωνικές συνθήκες, το στερεότυπο μιας οικογενειακής δομής, η οποία, μετά το διαζύγιο, απαλλάσσει τον γονέα που δεν κρατά την επιμέλεια του παιδιού από οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση πλην της διατροφής, είναι εμφανώς εκτός πραγματικότητας. Στις μέρες μας είναι ολοένα και πιο σύνηθες το φαινόμενο, οι διαζευγμένοι γονείς να συνεννοούνται για τα κρίσιμα ζητήματα της ανατροφής των παιδιών τους, και ως εκ τούτου να μοιράζονται το οικονομικό βάρος των κοινών τους επιλογών. Η μη έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα των δαπανών που καταβάλλει ο διαζευγμένος γονέας στα τέκνα του που δεν συγκατοικούν μαζί του είναι μια διοικητική πρακτική που καταφανώς δεν λαμβάνει υπόψη της τις προηγούμενες εξελίξεις. Η πρακτική αυτή θα μπορούσε να ήταν εύλογη, εφόσον το ποσό της διατροφής δυνητικά κάλυπτε τις πολυέξοδες και συνεχώς διευρυνόμενες ανάγκες ανατροφής ενός παιδιού στις μέρες μας. Πλην όμως άκοπα μπορούμε να αντιληφθούμε ότι το ποσό της διατροφής, τις περισσότερες φορές αδυνατεί να καλύψει (όλες) τις εκπαιδευτικές ή άλλες απρόβλεπτες ανάγκες που φέρει η ανατροφή ενός παιδιού, πλείονες εκ των οποίων καλύπτονται κατόπιν συνεννόησης των δύο γονέων (και) από το εισόδημα εκείνου που δεν κατοικεί με το παιδί. Δημιουργείται κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα καθεστώς αδικαιολόγητων διακρίσεων σε βάρος των διαζευγμένων γονέων που δεν φέρουν την επιμέλεια του τέκνου τους, πλην όμως συμμετέχουν ενεργά στην ανατροφή του συμβάλλοντας τα μέγιστα σε αυτή με εισόδημά τους, πέραν εκείνου της διατροφής. Χωρίς την ανάγκη προσφυγής σε στατιστικής φύσεως δεδομένα, αντιλαμβάνεσθε ότι οι περισσότεροι διαζευγμένοι γονείς στις μέρες μας, ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. Συμπερασματικά, η μη έκπτωση των δαπανών αυτών από το φορολογητέο εισόδημά του είναι ένας κανόνας που παραβιάζει την αρχή της φορολογικής ισότητας, (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος).